(+30) 210 3800670
Επικοινωνία

ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

      Ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων είναι ο Νόμος ο οποίος αποτελεί μια ολοκληρωμένη, γρήγορη και οικονομική λύση για τις βιώσιμες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην αποπληρωμή των οφειλών τους προκειμένου να μην οδηγηθούν στην πτώχευση. Οι εν λόγω οφειλές μπορεί να προέρχονται είτε από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας του οφειλέτη, είτε από κάποια άλλη αιτία και κρίνεται αναγκαίο από τους συμβαλλόμενους (πιστωτές και οφειλέτες) να προβούν στην εκκίνηση της διαδικασίας του παρόντος Νόμου με γνώμονα την βιωσιμότητα του οφειλέτη.

     Έως σήμερα ο οφειλέτης επιχειρηματίας βάσει του ν. 3588/2007 μπορούσε να ρευστοποιήσει την περιουσία του έπειτα από αίτηση όποιου είχε έννομο συμφέρον προκειμένου να γίνει συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών του οφειλέτη ή σε διαφορετική περίπτωση έπρεπε να προβεί σε ότι προέβλεπε το σχέδιο αναδιοργάνωσης για την διατήρηση της επιχείρησής του καθώς αυτός είναι και ο σκοπός της πτώχευσης.

     Με την εξωδικαστική διαδικασία που περιγράφεται εν προκειμένω, οι επιχειρήσεις πλέον θα μπορούν εναλλακτικά να ρυθμίζουν τις οφειλές τους προς τους πιστωτές τους, ήτοι τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου συμπεριλαμβανομένου του Ελληνικού Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, που έχουν πάσης φύσεως χρηματικές απαιτήσεις κατά του οφειλέτη. Βεβαίως όσον αφορά τους τελευταίους φορείς και το Ελληνικό Δημόσιο εφαρμόζονται ειδικότεροι υποχρεωτικοί κανόνες στο άρθρο 15 του παρόντος νόμου.

     Οι υποκειμενικές προϋποθέσεις για την υπαγωγή στον Νόμο ειδικότερα, αφορούν τις μικρές, μεγάλες επιχειρήσεις καθώς και φυσικά ή νομικά πρόσωπα των οποίων οι συνολικές προς ρύθμιση οφειλές ξεπερνούν το ποσό των 20.000 ευρώ και γενικώς υπάγονται στις περιπτώσεις των άρθρων 2 και 3 του Νόμου. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής καθώς μπορούν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους μέσω της υπαγωγής τους στον Ν. Κατσέλη 3869/2010. Διευκρινιστικά ως μεγάλες επιχειρήσεις νοούνται όσες κατά την τελευταία χρήση και πριν από την υποβολή της αίτησης είχαν κύκλο εργασιών μεγαλύτερο από 2.500.000 ευρώ ή έχουν συνολικές υποχρεώσεις υψηλότερες από 2.000.000 ευρώ (ληξιπρόθεσμες ή μη). Αντίστοιχα ως μικρές επιχειρήσεις νοούνται όσες κατά την τελευταία χρήση πριν από την υποβολή της αίτησης είχαν κύκλο εργασιών έως 2.500.000 ευρώ και έχουν συνολικές υποχρεώσεις έως 2.000.000 ευρώ (ληξιπρόθεσμες ή μη) άρθρα 1 και 4.

     Το αντικείμενο του παρόντος νόμου αφορά την πολυμερή δικαιοπραξία που καταρτίζεται (σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών) μεταξύ του οφειλέτη και των πιστωτών μέσω ενός συντονιστικού οργάνου (διαμεσολαβητή) με σκοπό την αναδιάρθρωση συνόλου ή μέρους των οφειλών του οφειλέτη προκειμένου να συνεχίσει ο οφειλέτης την επιχειρηματική του δραστηριότητα και να μην πτωχεύσει.

     Ειδικότερα, όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής του Νόμου, σε αυτόν υπάγεται: Κάθε φυσικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα και κάθε νομικό πρόσωπο το οποίο αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα με τις διατάξεις του ν. 4172/2013 (Ά 167) και έχει φορολογική κατοικία στην Ελλάδα δύναται να υποβάλλει αίτηση για εξωδικαστική ρύθμιση των οφειλών του. Ωστόσο σε κάθε περίπτωση δεν μπορούν να υπαχθούν οφειλές που γεννήθηκαν μετά την 31/12/2016. Κατά την τελευταία ημερομηνία τα παραπάνω υποκείμενα θα πρέπει να είχαν ληξιπρόθεσμη χρηματική υποχρέωση προς χρηματοδοτικό φορέα σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών ή οφειλή που ρυθμίστηκε μετά την 1η Ιουλίου 2016 ή είχαν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την Φορολογική Διοίκηση ή ληξιπρόθεσμες οφειλές προς προς Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ή είχε βεβαιωθεί η μη πληρωμή επιταγών εκδόσεώς τους λόγω μη επαρκούς υπολοίπου κατά το άρθρο 40 του ν. 5960/33 (ΦΕΚ 401 Ά) ή είχαν εκδοθεί διαταγές πληρωμής ή δικαστικές αποφάσεις λόγω ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων εις βάρος τους. Ακόμη μια προϋπόθεση που θέτει ο Νόμος είναι οι συνολικές οφειλές των δικαιούμενων προσώπων να ξεπερνούν το ποσό των 20.000 ευρώ και να πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας του παρόντος νόμου.

Δεν δύνανται να υποβάλλουν αίτηση οι ακόλουθοι (άρθρο 2):

    • Πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα και τα υποκαταστήματα αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα.
    • Πάροχοι επενδυτικών υπηρεσιών και υποκαταστήματα αλλοδαπών παροχών επενδυτικών υπηρεσιών που λειτουργούν στην Ελλάδα.
    • Οι Οργανισμοί Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (ΟΣΕΚΑ) και οι Οργανισμοί Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΟΕΕ)
    • Οι ασφαλιστικές εταιρίες.

Δεν δύναται να υποβάλλει αίτηση φυσικό ή νομικό πρόσωπο εφόσον:

    • Έχει πτωχευτική ικανότητα και ταυτόχρονα έχει υποβάλει αίτηση ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου για υπαγωγή στις διατάξεις του ν. 3588/2007 (Ά 153) ή έχει υποβάλει αίτηση για υπαγωγή στις διατάξεις των άρθρων 62 επ. του ν. 4307/2014 (Ά 246) έκτος αν έχει γίνει έγκυρη παραίτηση από τις εν λόγω διαδικασίες.
    • Έχει εκδοθεί (ή εκκρεμεί έκδοση) οριστική απόφαση δικαστηρίου για υπαγωγή σε μια από τις αναφερόμενες διαδικασίες της προηγούμενης περίπτωσης.
    • Έχει διακόψει την επιχειρηματική δραστηριότητα ή βρίσκεται σε διαδικασία εκκαθάρισης εφόσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο.
    • Έχει καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση το φυσικό πρόσωπο ή σε περίπτωση νομικού προσώπου, ο διαχειριστής αυτού, ο πρόεδρος, ο διευθύνων σύμβουλος ή οι εταίροι για φοροδιαφυγή, απάτη κατά του Δημοσίου ή φορέων κοινωνικής ασφάλισης ή για το κακούργημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της υπεξαίρεσης, της απάτης, εκβίασης, πλαστογραφίας, δωροδοκίας-δωροληψίας, λαθρεμπορίας, καταδολίευσης δανειστών ή της χρεοκοπίας. Ωστόσο η αξιόποινη πράξη θα πρέπει να σχετίζεται αιτιωδώς με την επιχειρηματική δραστηριότητα του νομικού προσώπου.

Άλλες απαραίτητες προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για υπαγωγή στην εξωδικαστική ρύθμιση:

    • Όλες οι οφειλές πρέπει να έχουν γεννηθεί μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2016 και όχι μετά αυτής.
    • Αν οι απαιτήσεις ενός πιστωτή υπερβαίνουν το 85% των συνολικών απαιτήσεων κατά του οφειλέτη δεν μπορεί να υποβληθεί αίτηση από τον οφειλέτη.
    • Οι απαιτήσεις των πιστωτών πρέπει να υπερβαίνουν ατομικά για κάθε πιστωτή το ποσό των 2.000.000 ευρώ και το ποσοστό 1.5% του συνολικού χρέους του οφειλέτη, ή να υπερβαίνουν αθροιστικά οι πιστωτές το ποσό των 20.000.000 ευρώ και ποσοστό 15% του συνολικού χρέους, διαφορετικά αυτοί οι πιστωτές εξαιρούνται από την διαδικασία και δεν θα δεσμεύονται από την σύμβαση.
    • Κατά το άρθρο 3 του παρόντος Νόμου που αφορά το πεδίο εφαρμογής ως προς το μέγεθος της επιχείρησης-οντότητας, η τελευταία τηρεί, ως μέρος του λογιστικού συστήματός της, αρχείο κάθε συναλλαγής που πραγματοποιείται στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, καθώς και των προκυπτόντων πάσης φύσεως εσόδων, κερδών, εξόδων, ζημιών, αγορών και πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων, εκπτώσεων και επιστροφών, φόρων, τελών και των πάσης φύσεως εισφορών σε ασφαλιστικούς οργανισμούς. Βάσει αυτών, 1ον ο οφειλέτης που τηρεί απλογραφικό λογιστικό σύστημα δηλαδή τηρεί βιβλία εσόδων-εξόδων και δεν συντάσσει ισολογισμό (ν. 4308/2014 Ά 251), πρέπει να έχει θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων σε μια τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης του άρθρου 4 και 2ον ο οφειλέτης που τηρεί διπλογραφικό λογιστικό σύστημα δηλαδή όταν η οντότητα συντάσσει ισολογισμό (ν.4308/2014 Ά 251) πρέπει σε μια από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης του άρθρου 4 είτε να έχει θετικά αποτελέσματα προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων ή να έχει θετική καθαρή θέση (equity).

Διαδικασία υποβολής της αίτησης και Περιεχόμενο αυτής:

    • Εφόσον τηρούνται οι υποκειμενικές και αντικειμενικές προϋποθέσεις για υπαγωγή στην εξωδικαστική ρύθμιση άρθρα 2 και 3 ο οφειλέτης έχει την δυνατότητα να υποβάλει την αίτηση μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2018 και αποκλείεται η υποβολή δεύτερης αίτησης όσο εκκρεμεί η πρώτη.
    • Η αίτηση υποβάλλεται ηλεκτρονικά από τον οφειλέτη στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) στην ιστοσελίδα της τελευταίας που τηρείται ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα και τα δεδομένα του οφειλέτη θα τηρούνται σε αυτή για τρία χρόνια από την λήξη της εκτέλεσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών ή από την ακύρωση της ή από την τελεσιδικία της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση επικύρωσης της. Το ίδιο ισχύει και για τις αιτήσεις που δεν θα καταλήγουν σε σύμβαση.
    • Η αίτηση πρέπει να συνυποβάλλεται από όλους τους συνοφειλέτες εφόσον υπάρχουν, διαφορετικά δεν εκκινείται η διαδικασία έκτος και αν συμφωνήσουν όλοι οι πιστωτές. Ωστόσο, όταν πρόκειται για ομόρρυθμους εταίρους ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας, οι εταίροι ευθύνονται εις ολόκληρον και αλληλεγγύως και επομένως, υποχρεωτικά πρέπει να συνυποβάλλουν την αίτηση. Γενικώς, η διαδικασία εκκινείται ακόμη και αν δεν συναινέσουν όλοι οι πιστωτές. Σε αυτή την περίπτωση θα ενέχονται μόνο οι συμβαλλόμενοι πιστωτές από την σύμβαση αναδιάρθρωσης των οφειλών. Στην περίπτωση που κάποιος φορέας δημοσίου τομέα έχει χορηγήσει εγγύηση για δάνεια οποιουδήποτε είδους, η διαδικασία προχωρά σαν να είχε συνυποβληθεί αίτηση και από τον φορέα αυτό. Αν οι πιστωτές είναι το Δημόσιο ή Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, ως πιστωτές δύνανται να εκκινήσουν την διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών κοινοποιώντας στον οφειλέτη έγγραφη δήλωση με την οποία τον καλούν να υπαχθεί στη διαδικασία του Νόμου υποβάλλοντας σχετική αίτηση. Η πρόσκληση γίνεται με επιμέλεια του πιστωτή και στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., ενώ η παράλειψη του οφειλέτη να υποβάλλει αίτηση και να ανταποκριθεί στην πρόταση εντός δύο μηνών από την ήμερα της κοινοποίησης έχει ως συνέπεια να μην μπορεί να υποβάλλει ο ίδιος αίτηση μεταγενέστερα χωρίς να προσκληθεί εκ νέου από τους πιστωτές. Σημειώνεται ότι όλα τα δικαιολογητικά και οι αιτήσεις πρέπει να υποβάλλονται σε ηλεκτρονική μορφή στην ειδική πλατφόρμα και μέχρι αυτή να λειτουργήσει, στις Διευθύνσεις Ανάπτυξης των Περιφερειακών Ενοτήτων. Τέλος, με την υποβολή της αίτησης γίνεται αναστολή του Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών και αν δεν καταλήξει σε σύμβαση η διαπραγμάτευση, ο κώδικας συνεχίζεται από το σημείο που είχε ανασταλεί.
    • Όσον αφορά το περιεχόμενο της αίτησης, ο οφειλέτης πρέπει υποχρεωτικά να υποβάλλει : 1ον, πλήρη στοιχεία της επιχείρησης και αναφορά στον τελευταίο κύκλο εργασιών του πριν από την υποβολή της αίτησης καθώς και τους λόγους παύσεως των πληρωμών και της οικονομικής του αδυναμίας καθώς και τις προοπτικές της επιχείρησης του, 2ον, κατάλογο όλων των πιστωτών και των οφειλομένων ανά πιστωτή, 3ον, την πρότασή του ως προς την ρύθμιση των οφειλών του και τι δύνανται αυτός να καταβάλλει με βάση τα εκτιμώμενα έσοδα και έξοδα της επιχείρησής του. Ενώ, πρέπει υποχρεωτικά να συνυποβάλλει: α. κατάλογο περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και την εμπορική τους αξία, β., πλήρη περιγραφή των βαρών των περιουσιακών στοιχείων, 3ον, πλήρη στοιχεία κάθε συνοφειλέτη, 4ον, δήλωση για κάθε μεταβίβαση που έγινε την τελευταία πενταετία πριν την υποβολή της αίτησης, 5ον, τα στοιχεία κάθε νομικού προσώπου συνδεδεμένου με τον οφειλέτη με ημερομηνία σύστασης μεταγενέστερη της 1ης Ιανουαρίου 2011, 6ον, κατάλογο προσώπων που αμείβονται από τον οφειλέτη και τα οποία αποτελούν συνδεδεμένα πρόσωπα με αυτόν καθώς και την ανάλυση των αμοιβών τους 24 μήνες πριν την υποβολή της αίτησης, 7ον, πρέπει να προσκομίζεται υποχρεωτικά έκθεση εκτιμητή ακινήτων για την αξία των ακινήτων τα οποία δηλώνονται στην αίτηση ή διαφορετικά η αξία θα προκύπτει από το Φύλλο Υπολογισμού Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ν. 4223 /2013 Α 287). Με την υποβολή της αίτησης παρέχεται αυτοδίκαια άδεια από τον οφειλέτη για κοινοποίηση στο συντονιστή και τους συμμετέχοντες πιστωτές επεξεργασίας και διασταύρωσης των δεδομένων του για τους σκοπούς της διαδικασίας και συνεπάγεται άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων του αρθρ. 1 ν.δ. 1059/1971 Ά 270 και του φορολογικού απορρήτου. Τέλος, η αίτηση συνοδεύεται υποχρεωτικά από τα απαραίτητα δικαιολογητικά που υποβάλλει ο οφειλέτης κατά το άρθρο 5 παρ.8 του Νόμου τα οποία μπορούν να τροποποιούνται ή να προσκομίζονται περισσότερα από τα αναφερόμενα με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης.

     Όλη η διαδικασία από την κατάθεση της αίτησης και εντός 2 εργάσιμων ημερών από αυτή, διεκπεραιώνεται υπό την εποπτεία του συντονιστή που διορίζεται από την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (από το μητρώο συντονιστών που τηρείται σε αυτή) έπειτα από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος που δημοσιεύει ο Ειδικός Γραμματέας της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Ο συντονιστής είναι διαπιστευμένος διαμεσολαβητής του ν. 3898/2010 Α΄ 211 και η έδρα του πρέπει να βρίσκεται εντός της Περιφέρειας στην οποία έχει την έδρα του ο οφειλέτης και εάν δεν υπάρχει εγγεγραμμένος συντονιστής στο μητρώο με έδρα εντός της παραπάνω περιφερειακής ενότητας, διορίζεται συντονιστής που εδρεύει εντός της διοικητικής περιφέρειας της έδρας του οφειλέτη. Ο συντονιστής εντός 2 εργάσιμων ημερών από τον διορισμό του δικαιούται να αποποιηθεί αν συντρέχουν στο πρόσωπο του κάποιες περιστάσεις που δύνανται να επηρεάσουν την ανεξαρτησία του και αυτές ορίζονται ειδικά στο άρθρο 6 παρ. 3 του Νόμου. Στην περίπτωση που δεν καλυφθούν οι θέσεις συντονιστών ανά περιφέρεια στο μητρώο που τηρείται από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. τότε κατά την παρ. 5 του ίδιου άρθρου εγγράφονται δικηγόροι με πενταετή εμπειρία. Για την καλύτερη διεκπεραίωση του έργου των συντονιστών εκδίδεται από την Ειδική γραμματεία Οδηγός Δεοντολογίας Συντονιστών.

     Το έργο του συντονιστή-διαμεσολαβητή εφόσον δεν αποποιήθηκε την ιδιότητά του, έπειτα από κοινοποίηση της αίτησης από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. ελέγχει αν έχουν προσκομιστεί όλα τα απαραίτητα έγγραφα και σε αντίθετη περίπτωση καλεί τον οφειλέτη να συμπληρώσει τα έγγραφα που λείπουν. Εφόσον ο φάκελος με τα έγγραφα καταστεί πλήρης, ο συντονιστής εκδίδει υπογεγραμμένη βεβαίωση που πιστοποιείται και ηλεκτρονικά από την Ειδική Γραμματεία και αποστέλλεται αυθημερόν στον συντονιστή και στον οφειλέτη, ενώ εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος από την λήψη της αίτησης, αυτή κοινοποιείται σε όλους τους πιστωτές εντός 2 εργάσιμων ημερών. Μετά την δημοσίευση (εντός 30 ημερών) του Νόμου στο ΦΕΚ όλοι οι χρηματοδοτικοί φορείς και πιστωτές δημοσίου τομέα θα κοινοποιούν στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. την διεύθυνση του ηλεκτρονικού τους ταχυδρομείου στις οποίες θα γίνονται όλες οι κοινοποιήσεις από τους συντονιστές για την έναρξη της διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών.

      Η διαδικασία προχωρά ως εξής: Αφού οι πιστωτές λάβουν γνώση με την κοινοποίηση σε αυτούς (άρθρο 7 παρ 2) της αίτησης οι πιστωτές που προτίθενται να συμμετάσχουν στη διαδικασία αποστέλλουν δήλωση εμπιστευτικότητας και γνωστοποιούν στον συντονιστή ποιος θα τους εκπροσωπεί σε περίπτωση που πρόκειται για νομικό πρόσωπο-πιστωτή. Αν δεν υπάρχει απαρτία συμμετεχόντων πιστωτών, ήτοι να είναι δικαιούχοι τουλάχιστον του 50% του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη στην απαρτία απαιτήσεις προσώπων συνδεδεμένων με τον οφειλέτη (συγγενής του εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι τον δεύτερο βαθμό και επίσης τα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από τον οφειλέτη), η διαδικασία αποβαίνει άκαρπη. Μέσα από μια διαδικασία προθεσμιών για προτάσεις από τους οφειλέτες για την ρύθμιση των χρεών τους και αντίστοιχα αντιπροτάσεις από τους πιστωτές και ενστάσεις σύμφωνα με το άρθρο 8 η διαδικασία θα καταλήξει σε σύμβαση και θα συνταχθεί πρακτικό περάτωσης που υπογράφεται και φυλάσσεται από τον συντονιστή. Απαραίτητη προϋπόθεση συμφώνα με την παρ.8 του ίδιου άρθρου είναι η έγκριση της πρότασης αναδιάρθρωσης οφειλών που επιτυγχάνεται με την συμφωνία του οφειλέτη και πλειοψηφία των πιστωτών κατά 3/5 στο οποίο συμπεριλαμβάνεται το ποσοστό 2/5 των πιστωτών που είναι εξοπλισμένοι με ειδικό προνόμιο. Κάθε μέρος που μετείχε στη διαδικασία καθώς και κάθε μη συμμετέχων πιστωτής ή συνοφειλέτης δικαιούται να λάβει από τον συντονιστή πρακτικό περαίωσης της διαπραγμάτευσης. Η καλή πίστη και η ειλικρίνεια καθώς και η υποχρέωση εχεμύθειας του οφειλέτη, των συμμετεχόντων πιστωτών και του συντονιστή διέπουν όλη την διαδικασία διαπραγματεύσεων και απαγορεύεται οποιαδήποτε παρέκκλιση από την υποχρέωση εμπιστευτικότητας ενώ οποιαδήποτε κοινοποίηση των πληροφοριών των διαπραγματεύσεων συνεπάγεται υποχρέωση αποζημίωσης κατά τα άρθρα 914επ. ΑΚ του παθόντος και όσα επιπλέον συνεπάγονται στον ν.2472/1997 Ά 50.

     Το περιεχόμενο της σύμβασης διαμορφώνεται ελεύθερα από τους συμβαλλομένους έπειτα από την διαδικασία διαπραγματεύσεων ενώ στο άρθρο 9 προβλέπονται κάποιες υποχρεωτικές εξαιρέσεις που αφορούν: 1ον τη μη χειροτέρευση της θέσης του μη συμβαλλόμενου πιστωτή από αυτή στην οποία θα βρισκόταν αν είχε γίνει η ρευστοποίηση της περιουσίας του οφειλέτη με την αναγκαστική εκτέλεση 977 ΚπολΔ, 2ον την κατά προτεραιότητα ικανοποίηση των προνομιούχων πιστωτών και 3ον τα ποσά που απομένουν προς διανομή τα οποία θα διανέμονται συμμέτρως προς στους πιστωτές.

   Στο άρθρο 10 του Νόμου ορίζεται η αμοιβή του συντονιστή της διαδικασίας ανάλογα με την επιχείρηση του οφειλέτη και στο άρθρο 11 ορίζεται ο προαιρετικός και υποχρεωτικός διορισμός εμπειρογνώμονα. Η επιλογή και ο διορισμός εμπειρογνώμονα για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του οφειλέτη γίνεται με απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας των συμμετεχόντων πιστωτών στην περίπτωση του προαιρετικού του διορισμού, ενώ στην περίπτωση υποχρεωτικού διορισμού (για μεγάλη επιχείρηση) η επιλογή και ο διορισμός του γίνονται με κοινή απόφαση του οφειλέτη και της απόλυτης πλειοψηφίας των συμμετεχόντων πιστωτών.

     Στο άρθρο 12 προβλέπεται επικύρωση από το δικαστήριο εφόσον ο οφειλέτης ή ο πιστωτής υποβάλλει αίτηση επικύρωσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών στο Πολυμελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου έχει έδρα ο οφειλέτης και εκδικάζεται κατά τις διατάξεις τις εκούσιας διαδικασίας, ενώ από την κατάθεση της αίτησης επικύρωσης έως την έκδοση οριστικής απόφασης αναστέλλονται αυτοδίκαια όλα τα μέτρα ατομικής και συλλογικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη. Για τις υποχρεώσεις δημοσιότητας: Εφόσον γίνει η αίτηση επικύρωσης στο αρμόδιο δικαστήριο, πρέπει να καταχωρηθεί στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο Γ.Ε.ΜΗ. επί ποινή απαραδέκτου αν ο οφειλέτης είναι εγγεγραμμένος στο Γ.Ε.ΜΗ., διαφορετικά πρέπει η δημοσίευση να γίνεται στην ιστοσελίδα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Τα ίδια ακριβώς για την δημοσίευση ισχύουν και για την απόφαση που είναι εκτελεστός τίτλος. Όμως, αν ο οφειλέτης για διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών δεν τηρεί τα συμφωνημένα μη καταβάλλοντας τα προβλεπόμενα παρέχει στον πιστωτή το δικαίωμα να ζητήσει ακύρωση της συμφωνίας (pactasuntservanda) καταθέτοντας στο δικαστήριο που επικύρωσε την συμφωνία, αίτηση ακύρωσης. Αν ακυρωθεί, τότε, οι απαιτήσεις των πιστωτών κατά του οφειλέτη αναβιώνουν.

     Ειδικότερη προσέγγιση των περιπτώσεων αναστολής των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης (άρθρο 13): Από την κοινοποίηση του αντιγράφου της αίτησης σε όλους τους πιστωτές και την πρόσκλησή τους για συμμετοχή στην διαδικασία (άρθρο 7 παρ. 2) καθώς και για τις επόμενες 70 ημέρες αναστέλλονται αυτοδικαίως όλα τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για τις απαιτήσεις για τις οποίες ζητείται η εξωδικαστική ρύθμιση. Αν παρόλα αυτά επιχειρηθεί κάποια πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη και μετά από την διαδικασία κοινοποίησης του αντιγράφου της αίτησης τότε θα είναι άκυρη. Τα ασφαλιστικά μέτρα με πρωτοβουλία οποιουδήποτε πιστωτή κατά του οφειλέτη επίσης αναστέλλονται εκτός και αν αυτά είναι ο μόνος τρόπος για να μην κινδυνεύσει η επιχείρηση να απαξιωθεί εξαιτίας λόγου χάρη, αφαίρεσης κινητών πραγμάτων από την επιχείρηση. Σε περίπτωση που εκκρεμούν μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη τα οποία προϋπάρχουν της υποβολής της αίτησης τότε, αυτά αναστέλλονται, με βεβαίωση του συντονιστή (πιστοποιημένη από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) που αποστέλλεται προς τα όργανα που έχουν εκκινήσει την αναγκαστική εκτέλεση και εφόσον απαραίτητα έχει γίνει σε προγενέστερο στάδιο η πρόσκληση των πιστωτών άρθρο 7 παρ.2). Ωστόσο, το άρθρο 13 προβλέπει κάποιες περιπτώσεις που αίρεται αυτοδίκαια η αναστολή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης. Αυτό συμβαίνει είτε όταν αποβεί άκαρπη η διαδικασία λόγω έλλειψης απαρτίας των πιστωτών (ή για άλλο λόγο) είτε αν το αποφασίσουν οι πιστωτές με απόλυτη πλειοψηφία. Ο οφειλέτης μπορεί κατά τα άρθρα 686 επ. ΚπολΔ να αιτηθεί στο Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας του, τη παράταση αναστολής των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης και για μέγιστο χρονικό διάστημα έως τέσσερις επιπλέον μήνες και αφού έχουν συναινέσει οι πιστωτές του με απόλυτη πλειοψηφία. Ο πιστωτής, από την αντίθετη πλευρά, μπορεί να αιτηθεί στο Μονομελές Πρωτοδικείο της Περιφέρειας εντός της οποίας έχει έδρα ο οφειλέτης την πρόωρη παύση της αναστολής των μέτρων και αρκεί η πιθανολόγηση ότι με την συνέχιση της αναστολής αναγκαστικής εκτέλεσης θα υπάρξει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα πιστωτή. Υπάρχει και πρόβλεψη υποχρεωτικής άρσης αναστολής από το δικαστήριο στην περίπτωση που η αίτηση υποβληθεί από την πλειοψηφία των πιστωτών.

Παρουσίαση του προϊσχύοντα Νόμου ΔΕΝΔΙΑ (4327/2014) σε σχέση με τον Νόμο περί εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων:

Ο ν. ΔΕΝΔΙΑ 4327/2014 ομοιάζει σε αρκετά σημεία με τον Νόμο περί εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων. Ωστόσο η γενικότερη εφαρμογή του νόμου ΔΕΝΔΙΑ αφορά την παροχή κινήτρων (με την δικαστική οδό και όχι την εξωδικαστική κατά κύριο λόγο) για την ρύθμιση χρεών των μικρών επιχειρήσεων και των επαγγελματιών (με σκοπό την ελάφρυνσή τους) προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, αλλά προβλέπει και κάποιες έκτακτες διαδικασίες για την ρύθμιση οφειλών των επιχειρήσεων καθώς και την σύσταση αρμόδιας επιτροπής για παρακολούθηση και συντονισμό της διαδικασίας. Η εφαρμογή αυτών των μέτρων όσον αφορά τους χρηματοδοτικούς φορείς γίνεται με βάση τον Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών (ν.4224/2013 Ά 288).

        ΡΥΘΜΙΣΗ ΧΡΕΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ

Οι επιλέξιμοι οφειλέτες, δηλαδή, οι μικρές επιχειρήσεις ή οι επαγγελματίες που πληρούν σωρευτικώς τις προϋποθέσεις του άρθρου 60 παρ.2 του ν.4327/2014 (ΔΕΝΔΙΑ) οι οποίες είναι ίδιες με τις προϋποθέσεις για την υπαγωγή στον Νόμο περί εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων και είχαν υποβάλλει αίτηση για υπαγωγή στην διαδικασία μέχρι την 31 Μαρτίου 2016, μπορούν να ρυθμίσουν τα χρέη τους με διαγραφή απαιτήσεων ως προς το κεφάλαιο και τους τόκους τους. Συγκεκριμένα, πρέπει αυτά τα πρόσωπα να είχαν κατά την 30η Ιουνίου 2014 προς χρηματοδοτικό φορέα δάνειο σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών. Οι εν λόγω διαγραφές ανά χρηματοδοτικό φορέα δεν υπερβαίνουν το ποσό των 500.000 αθροιστικά και ισούνται τουλάχιστον με το 50% των συνολικών απαιτήσεων του χρηματοδοτικού φορέα κατά του οφειλέτη και το ποσό που προκύπτει μετά τις διαγραφές και συνεχίζει να οφείλεται προς τον χρηματοδοτικό φορέα, δεν πρέπει να υπερβαίνει το 75% της καθαρής περιουσιακής θέσης του οφειλέτη. Ως καθαρή περιουσιακή θέση κατά τον παρόντα νόμο νοείται η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και τυχόν συνοφειλετών του, μείων το σύνολο των υποχρεώσεών του.

Για την παροχή επιλέξιμης διαγραφής από χρηματοδοτικό φορέα απαιτείται υποβολή αίτησης ρύθμισης των υποχρεώσεων και βεβαίωση από την οποία να προκύπτει ότι πρόκειται για επιλέξιμο οφειλέτη, να αποτυπώνονται τα περιουσιακά στοιχεία και οι υποχρεώσεις που απαιτούνται για τον προσδιορισμό της καθαρής περιουσιακής θέσης, να προσδιορίζεται η τρέχουσα αξία των περιουσιακών στοιχείων και γενικώς να περιλαμβάνει πλήρη στοιχεία κάθε επιχείρησης με έναρξη λειτουργίας μεταγενέστερη της 1ης Ιανουαρίου 2010 την οποία ασκεί συγγενής πρώτου βαθμού ή σύζυγος του οφειλέτη. Η μη προσήκουσα εκπλήρωση από τον οφειλέτη των όρων της ρύθμισης και για χρονικό διάστημα άνω των τριών μηνών ως προς οποιαδήποτε από τις ρυθμισθείσες υποχρεώσεις προκαλεί αυτοδικαίως την αναβίωση των ρυθμισθεισών υποχρεώσεών του και την αναδρομική αναβίωση του συνόλου των διαγραφεισών υποχρεώσεων, προσαυξήσεων τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής, τα οποία καθίστανται στο σύνολό τους άμεσα απαιτητά και ληξιπρόθεσμα.

        ΕΚΤΑΚΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΕΜΠΟΡΩΝ

Με βάση το άρθρο 62 του ν.4307/2014 στην έκτακτη διαδικασία ρύθμισης υπάγεται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα σύμφωνα με το άρθρο 61 παρ. 1 του Πτωχευτικού Κώδικα (ν.3588/2007) το οποίο δύναται να υποβάλλει αίτηση για την ρύθμιση των οφειλών του, εφόσον στη ρύθμιση αυτή συναινούν οι πιστωτές που εκπροσωπούν το 50,1% του συνόλου των απαιτήσεων, στο οποίο περιλαμβάνεται το 50,1% τουλάχιστον του συνόλου των τυχόν εμπραγμάτως εξασφαλισμένων απαιτήσεων. Τα πρόσωπα αυτά δύνανται να καταβάλλουν αίτηση για την διαδικασία του παρόντος νόμου μέχρι τις 31/3/2016. Όπως εξάλλου και στον Νόμο περί εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων, έτσι και στον παρόντα νόμο η συναίνεση των πιστωτών αποτυπώνεται σε συμφωνία ρύθμισης η οποία συνυποβάλλεται μαζί με την αίτηση του οφειλέτη και ενδεχομένως η ρύθμιση να αφορά αναδιάρθρωση του δανεισμού. Όπως και στον Νόμο περί εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών, έτσι και στον Νόμο ΔΕΝΔΙΑ υπάρχει αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της αίτησης με την μόνη διαφορά ότι στον παρόντα νόμο κάνουμε λόγο για υποχρεωτική εκδίκαση της αίτησης από το Μονομελές Πρωτοδικείο, στην Περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει την έδρα του και δικάζει κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, ενώ στον Νόμο περί εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών στο άρθρο 12 αναφέρεται ότι ο οφειλέτης ή ο εκάστοτε πιστωτής δύναται και όχι υποχρεούται να υποβάλλει στο αρμόδιο Πολυμελές Πρωτοδικείο αίτηση επικύρωσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. Στην περίπτωση του Ν. ΔΕΝΔΙΑ και όταν πρόκειται για νομικά πρόσωπα, όποιος έχει έννομο συμφέρον μπορεί να παρέμβει στη δίκη στο ακροατήριο με την κατάθεση προτάσεων χωρίς προδικασία.

        ΠΕΡΙ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ

    • Όπως και στην εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών επιχειρήσεων αναστέλλονται οι αιτήσεις υπαγωγής σε καθεστώς εξυγίανσης κατά το άρθρο 100 ΠτΚ ή οποιεσδήποτε αιτήσεις για κήρυξη πτώχευσης έτσι αναστέλλονται και με την υποβολή της αίτησης κατά την διαδικασία του ν. 4327/2014.
    • Από την στιγμή που θα γίνει δημοσίευση της απόφασης περί αποδοχής της αίτησης και για περίοδο 12 μηνών αναστέλλεται η λήψη κάθε μέτρου περί συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης συμπεριλαμβανομένης και της κήρυξης πτώχευσης σε βάρος του οφειλέτη. Η παραβίαση από τον οφειλέτη όρου της σύμβασης έχει ως αποτέλεσμα την αναβίωση των απαιτήσεων των πιστωτών ως προς τις διαγραφείσες οφειλές και καθίστανται ληξιπρόθεσμες και απαιτητές όλες οι ρυθμισθείσες οφειλές όπως έχουν διαμορφωθεί μετά την αναβίωσή τους.

        ΕΚΤΑΚΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗΣ:

Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα το οποίο έχει την έδρα του στην Ελλάδα και βρίσκεται σε γενική και μόνιμη αδυναμία εκπλήρωσης ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων δύναται να υπάγεται στη διαδικασία ειδικής διαχείρισης. Για το παραδεκτό της αίτησης απαιτείται η ταυτόχρονη κατάθεση δήλωσης του προτεινόμενου διαχειριστή, οπότε και εδώ παρατηρούμε μία συνάφεια με τον νόμο περί εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων ως προς τον θεσμό της διαχείρισης και μεσολάβησης από τρίτο πρόσωπο διορισμένο για αυτήν την υπόθεση. Το άρθρο 69 του νόμου 4307/2014 επεξηγεί και διευκρινίζει ποιοι μπορούν να διορίζονται Ειδικοί Διαχειριστές καθώς και το γεγονός ότι ο ρόλος τους και οι αρμοδιότητές τους διευκρινίζονται στο άρθρο 106ι του ΠτΚ, ενώ παύει το λειτούργημά τους εντός 12 μηνών από την δημοσίευση της απόφασης. Στο άρθρο 73 (ν.4307/2014) περιγράφεται η διαδικασία ειδικής διαχείρισης και στην παρ. 3 συγκεκριμένα ο τρόπος με τον οποίο ο διαχειριστής εκποιεί το ενεργητικό της υπό ειδικής διαχείρισης επιχείρησης σε δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό, προκειμένου η τελευταία να διατηρηθεί σε λειτουργία καθώς και η περί δημοσιεύσεως υποχρεωτική διαδικασία (στο Γ.Ε.ΜΗ. κλπ). Σε περίπτωση που δεν ολοκληρωθεί η όλη διαδικασία μεταβίβασης τουλάχιστον του 90% του συνόλου του ενεργητικού της εταιρείας εντός της προθεσμίας που θέτει το άρθρο 69 παρ.3 τότε, η διαδικασία θεωρείται ότι έχει λήξει και ο ειδικός διαχειριστής υποχρεούται να υποβάλλει αίτηση πτώχευσης της επιχείρησης. Αν αντιθέτως ευδοκιμήσει η διαδικασία μεταβίβασης του ενεργητικού, οι πιστωτές αναγγέλλουν τις απαιτήσεις τους μέσα σε ένα μήνα από την δημοσιοποίηση της πρόσκλησης του διαχειριστή και συντάσσεται πίνακας κατάταξης των πιστωτών κατά τα άρθρα 153-161 ΠτΚ.

Ο νόμος ΔΕΝΔΙΑ 4307/2014 κατά κύριο λόγο είναι μια διαδικασία με κοινές διατάξεις με τον ν.3588/2007 και περιγράφει μια διαδικασία πριν το στάδιο της πτώχευσης, προκειμένου να διασωθεί η επιχείρηση και πριν υποβάλλουν αίτηση στο αρμόδιο Πτωχευτικό Δικαστήριο οι πιστωτές ή οι οφειλέτες κατά τα άρθρα 4 επ. ΠτΚ, ενώ δίνει την δυνατότητα και σε μικρές επιχειρήσεις να υποβάλλουν αίτηση. Και αυτός ο νόμος αφορά μια τριμερή σχέση- οφειλετών, πιστωτών και διαχειριστή, που μέσα από την δικαστική οδό προσπαθούν να εξεύρουν μια λύση προκείμενου να μην πτωχεύσει ο οφειλέτης. Ωστόσο, τα ποσοστά συμφωνίας που πρέπει να υπάρξουν προκειμένου να ευδοκιμήσει η διαδικασία κάνουν τον νόμο μη λειτουργικό αλλά ταχύτερο σε σχέση με την διαδικασία του ν. 5588/2007.

Από την άλλη πλευρά ο Ν. ΠΕΡΙ ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ θέτει ως προϋπόθεση για την υπαγωγή σε αυτόν, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο να μην έχει αιτηθεί την υπαγωγή του στους δύο προηγούμενους νόμους και αν αυτό συμβεί, τουλάχιστον να έχει υπάρξει έγκυρη παραίτησή του από τις διαδικασίες αυτές. Το κανονιστικό πλαίσιο του Νόμου περί εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών των επιχειρήσεων τίθεται σε εφαρμογή 3 μήνες μετά την δημοσίευσή του στο ΦΕΚ ενώ για κάποιες διατάξεις του νόμου που προβλέπονται στην παρ 1 του άρθρου 18 θα ισχύει η εφαρμογή τους από την δημοσίευση στο ΦΕΚ. Σκοπός του Νόμου είναι να εξευρεθεί μια βιώσιμη λύση για τους συμβαλλομένους, γεγονός που μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την συνεργασία πιστωτών-οφειλέτη-συντονιστή.

Πρόσφατα άρθρα

Αρχείο

GDPR

  • Cookies
  • Απαραίτητα cookies

Cookies

Απαραίτητα cookies